Πυρανίχνευση – όλα όσα πρέπει να γνωρίζουμε (μέρος 3)
Στα δύο προηγούμενα άρθρα είδαμε τι είναι η πυρανίχνευση
καθώς και υλικά πυρανίχνευσης όπως: πίνακες, πυρανιχνευτές, σειρήνες κλπ. Στο παρόν άρθρο θα δούμε θέματα αξιοπιστίας και συντήρησης ενός συστήματος πυρανίχνευσης
Διαδικασία πυρανιχνεύσεως και σημάνσεως
Μόλις ενεργοποιηθεί ο ανιχνευτής, ειδικά ηχητικά όργανα (σειρήνες, κουδούνια, βομβητές, μεγάφωνα) σημαίνουν συναγερμό. Για τις περιπτώσεις όμως, που με την έναρξη της πυρκαγιάς μπορεί να προκληθούν μεγάλες καταστροφές, αν π.χ. πρόκειται για μια πολύ σοβαρή σε μέγεθος επιχείρηση είτε ένα εργοστάσιο που χρησιμοποιεί ή παράγει επικίνδυνες ύλες, καλό είναι να ειδοποιείται αυτόματα και η Πυροσβεστική Υπηρεσία και το Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής.
Αυτή η αυτόματη προειδοποίηση του αρμόδιου πυροσβεστικού σταθμού της περιοχής μπορεί να γίνει κατά δύο τρόπους:
α) Με αυτόματη κλήση από τον κεντρικό πίνακα του συστήματος ανιχνεύσεως, προς τον τηλεφωνικό αριθμό του πυροσβεστικού σταθμού, οπότε με μια μαγνητοφωνημένη ταινία αναγγέλλεται η φωτιά, και
β) με την χρήση αποκλειστικής γραμμής του ΟΤΕ που ενοικιάζεται από τον οργανισμό στους ενδιαφερόμενους. Το σήμα που δίδεται στην περίπτωση αυτή προς τον πυροσβεστικό σταθμό της περιοχής και το αστυνομικό τμήμα, είναι οπτικό (ανάβει μια λυχνία που φέρει το όνομα και τη διεύθυνση της επιχείρησης που έπιασε φωτιά) και ακουστικό (ηχούν ειδικά κουδούνια).
Ένα άλλο σύγχρονο σύστημα ειδοποιήσεως (σήμανση για την έναρξη πυρκαγιάς) βασίζεται σε εκπομπή υψύσυχνων κυμάτων. Σε κοινή τηλεφωνική γραμμή δίνεται ένα σήμα, σε υπέρηχοι συχνότητα, που αφού περάσει από ειδικά φίλτρα διαβιβάζεται δια του τηλεφωνικού κέντρου στον παραλήπτη. Με μια κωδικοποιημένη πάλμωση μπορεί να ελέγχεται η συνέχεια της γραμμής, όπως επίσης ο πομπός και ο δέκτης. Σε μερικές περιπτώσεις σημάνσεως υπάρχει δυνατότητα να γίνει διάκριση μεταξύ περιορισμένου και γενικού συναγερμού, εσωτερικού ή εξωτερικού.
Οι εγκαταστάσεις πυρανιχνεύσεως συνδυάζονται συνήθως με μια σειρά από «πρώτες ή άμεσες ενέργειες», όπως η ενεργοποίηση μόνιμων εγκαταστάσεων πυρόσβεσης, το άνοιγμα παραπετασμάτων καπνού, η μετακίνηση και τοποθέτηση πυροφραγμών, ο έλεγχος του αερισμού, το κλείσιμο των θυρών πυροπροστασίας, η διακοπή της λειτουργίας των ανελκυστήρων ή των κυλιομένων σκαλών (σε μεγάλα κτίρια) κ.α.
Συχνό πρόβλημα αποτελεί αξιοπιστία των ανιχνευτών
Παλαιότερα, στόχος των κατασκευαστών ανιχνευτών ήταν η αύξηση της ευαισθησίας. Με τον τρόπο όμως αυτό παρουσιάστηκαν, στις πρακτικές εφαρμογές, σοβαρά προβλήματα από αναίτιες σημάνσεις συναγερμού. Με την σωστή επιλογή του τοιχείου που πυρανιχνεύεται και επομένως με την τοποθέτηση συσκευής κατάλληλης ευαισθησίας, οι κατασκευαστές έχουν τώρα σαν κύριο στόχο την αξιοπιστία του συστήματος.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουν να αντιμετωπίσουν είναι φαινόμενα που δημιουργούνται από διάφορες συνηθισμένες εργασίες στους προστατευμένους χώρους και λειτουργούν παραπλανητικά. Τέτοια φαινόμενα μπορούν εφόσον είναι ισχυρά, να δυσκολέψουν ή και να αχρηστεύσουν τη δυνατότητα χρησιμοποιήσεως για πυρανίχνευση ενός από τα χαρακτηριστικά της φωτιάς.
Χωρίς λεπτομέρειες και ούτε απαιτήσεις εξάντλησης του θέματος, δίνονται παρακάτω μερικά παραδείγματα τυπικών μεγεθών που λειτουργούν παραπλανητικά για τα διάφορα συστήματα πυρανιχνεύσεως.
• Εργασίες και στοιχεία που μπορούν να παραπλανήσουν ανιχνευτές ιονισμού είναι οι ηλεκτροσυγκολλήσεις, οι οξυγονοκολλήσεις, ο ατμός, οι εξατμίσεις αυτοκινήτων και ο καπνός τσιγάρων.
• Αφετηρία παραπλανητικών στοιχείων (ερεθισμών) για τους θερμικούς ανιχνευτές αποτελούν οι εγκαταστάσεις αερισμού, τα αερόθερμα, τα θερμαντικά σώματα, οι ηλιακές ακτίνες, οι ατμοί, οι οξυγονοκολλήσεις, οι ηλεκτροσυγκολλήσεις, οι εξατμίσεις αυτοκινήτων και γενικά οι μηχανές που παράγουν ή μεταφέρουν θερμότητα.
• Παραπλανητικά στοιχεία για ανιχνευτές φλόγας είναι οι ανακλάσεις φωτός πάνω από επιφάνειες ανοικτού χρώματος, τα μεταλλικά παραπετάσματα ήλιου, οι έλικες αεροπλάνων, οι σιδηρόδρομοι, τα αυτοκίνητα, οι οξυγονοκολλήσεις, οι ηλεκτροσυγκολλήσεις και τα φωτιστικά σώματα.
Για την αντιμετώπιση των παραπλανητικών μεγεθών, χρησιμοποιούνται διάφορες μέθοδοι (περιστασιακές ή μόνιμες), όπως:
• Κάλυψη του ανιχνευτή
• Μετατόπιση του ανιχνευτή
• Αλλαγή του ανιχνευτή με άλλο ανιχνευτή που να διεγείρεται από διαφορετικά κριτήρια.
• Χρησιμοποίηση ανιχνευτών για ειδικές εφαρμογές π.χ. θάλαμος δειγματοληψίας αέρα κλπ.
• Αλληλεξάρτηση κυκλωμάτων περισσότερων ανιχνευτών (π.χ. αλληλεξάρτηση δύο ομάδων ανιχνευτών).
• Διαδικασία απομόνωσης (αποσύνδεσης) ανιχνευτών ή ομάδων ανιχνευτών κατά τις εργάσιμες ώρες. Για αυτή τη λύση θα πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στα πρόσωπα που θα αναλάβουν τους χειρισμούς διακοπής και επαναφοράς σε λειτουργία.
Από την άποψη της ασφάλειας, θα πρέπει οπωσδήποτε να εξετασθεί το κατά πόσο μειώνει τους κινδύνους μια εγκατάσταση, έστω και λιγότερο ευαίσθητη αλλά που λειτουργεί συνεχώς, σε σύγκριση με άλλη εγκατάσταση πιο ευαίσθητη, που θα πρέπει να συνδέεται και να απομονώνεται καθημερινά πολλές φορές.
Με τη χρησιμοποίηση της ίδιας υποδοχής στήριξης για όλους τους ανιχνευτές, εξασφαλίζεται από την αρχή η δυνατότητα εναλλαγής τους ή αντικατάστασης τους. Έτσι η προσαρμογή σε τοπικές συνθήκες ή αλλαγές μπορεί να γίνει και αργότερα.
Η προβλεπόμενη αξιοπιστία των υλικών, των μέσων και του όγκου σχεδιασμού, είναι αποφασιστικής σημασίας για την τελική απόφαση που σχετίζεται με την αναγκαιότητα και σκοπιμότητα της εγκαταστάσεως συστήματος πυρανιχνεύσεως.
Γι’ αυτό το λόγο είναι σημαντική η εκπόνηση της μελέτης πυρανιχνεύσεως , σε αυτή θα αναφερθούμε σε επόμενη ανάρτηση.
Συντήρηση συστημάτων πυρανίχνευσης
Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεχή σωστή λειτουργία ενός συστήματος πυρανίχνευσης, ανεξάρτητα από το μέγεθος του, πρέπει να επιβλέπεται τακτικά από τον συντηρητή της εγκατάστασης. Γενικά, συμφωνία πρέπει να γίνει ανάμεσα στο χρήστη ή/και ιδιοκτήτη και τον κατασκευαστή, προμηθευτή ή άλλο οργανισμό αρμόδιο για την εποπτεία, συντήρηση και επιδιόρθωση του συστήματος.
Σύμφωνα με την Οδηγία pr CEN/TS 54-14:2003 οι σχετικές συμφωνίες ανάμεσα στον συντηρητή και τον ιδιοκτήτη ή χρήστη πρέπει να διευθετηθούν αμέσως μετά την αποπεράτωση του συστήματος, ασχέτως αν οι εγκαταστάσεις χρησιμοποιούνται ή όχι.
Η συμφωνία πρέπει να προσδιορίζει τη μέθοδο σύνδεσης, να παρέχει πρόσβαση στις εγκαταστάσεις και το χρόνο μέσα στον οποίο θα αποκαθίσταται η λειτουργία του εξοπλισμού μετά από σφάλμα. Το όνομα και το τηλέφωνο του οργανισμού συντήρησης πρέπει να υπάρχει μόνιμα στον εξοπλισμό ελέγχου και ενδείξεων.
Σε κάθε σύστημα πυρανίχνευσης, πρέπει να υπάρχει ένα βιβλίο συμβάντων στο οποίο ο χρήστης πρέπει να καταγράφει όλα τα σημαντικά συμβάντα. Στο ίδιο βιβλίο ο συντηρητής καταγράφει τις διαδικασίες ελέγχου, τις τυχόν επιδιορθώσεις ή εγκαταστάσεις εξαρτημάτων που έχουν γίνει και τις προβλεπόμενες ημερομηνίες αντικατάστασης τυχόν αναλώσιμων εξαρτημάτων (π.χ. μπαταρίες).
Περισσότερα για τη ρουτίνα ελέγχου και συντήρησης καθώς και τα στάδια ελέγχου σε επόμενο άρθρο μας.
Επιμέλεια άρθρου: Βιβή Τσιρώνη